Περίληψη εισήγησης
Ο νεοναζισμός στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας – μεταξύ αναβίωσης του εθνικοσοσιαλισμού και εκσυγχρονισμού
Τοποθετήσεις:
Στη Γερμανία είναι ευρύτατα διαδεδομένες οι νεοναζιστικές, αντισημιτικές και ρατσιστικές τοποθετήσεις, εν μέρει δε θα μπορούσαν να κερδίσουν την αποδοχή της πλειονότητας των πολιτών. Υπάρχουν βέβαια διαφορές σε περιφερειακό επίπεδο και διακυμάνσεις ως προς τη χρονική πορεία, όμως γενικά η εικόνα της διάδοσης θέσεων που στηρίζουν τον ναζισμό είναι η εξής: Το ποσοστό συναίνεσης είναι για τον σωβινισμό περίπου 20%, για τον ρατσισμό 27%, και για τον αντισημιτισμό 9%. Θα πρέπει να θεωρήσουμε δεδομένο ότι περίπου το 9% του πληθυσμού έχει μια ολοκληρωμένη νεοναζιστική θεώρηση του κόσμου. Βέβαια, οι τιμές συναίνεσης που υπερβαίνουν τον μέσο όρο διαπιστώνονται σε άτομα με χαμηλότερη εκπαίδευση, σε Ανατολικογερμανούς και σε γυναίκες, παρ’ όλα αυτά όμως είναι σωστή η διαπίστωση ότι οι ακροδεξιές απόψεις έχουν τη θέση τους στο κέντρο της κοινωνίας, δηλαδή σε όλα τα μορφωτικά επίπεδα και σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Τα ευρέως διαδεδομένα χαρακτηριστικά των νεοναζιστικών τοποθετήσεων στον πληθυσμό βρίσκονται σε αντιστοιχία με ρατσιστικές ή εθνικιστικές επιχειρηματολογίες της κρατούσας πολιτικής και των μέσων ενημέρωσης που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη. Αυτό φαίνεται σήμερα ξεκάθαρα, για παράδειγμα, στις αναφορές των μέσων ενημέρωσης για την «κρίση χρέους» της Ελλάδας.
Η σκηνή της ακροδεξιάς στη Γερμανία φαίνεται εκ πρώτης όψεως διαφοροποιημένη τόσο οργανωτικά όσο και πολιτισμικά, εν μέρει μάλιστα και γεμάτη αντιφάσεις. Από άποψη οργάνωσης, η ιδέα του κόμματος φαινομενικά ανταγωνίζεται την έννοια των επονομαζόμενων «ελεύθερων αδελφοτήτων». Επιπροσθέτως, ως προς τα πεδία δράσης και τα κύρια σημεία της ιδεολογίας, ο νεοναζισμός παρουσιάζει ένα πεδίο έντασης μεταξύ λαϊκών (völkisch) ομάδων που πρόσκεινται στον ιστορικό εθνικοσοσιαλισμό και μιας υποτιθέμενης εκσυγχρονιστικής κίνησης, των επονομαζόμενων «αυτόνομων εθνικιστών». Δύο άλλοι πόλοι δημιουργούνται από τις δεξιές φοιτητικές ενώσεις οι οποίες τοποθετούνται στο δεξιό άκρο του συντηρητισμού, όπως η DB (DeutscheBurschenschaft), τους δεξιούς συντηρητικούς κύκλους αρθρογράφων και ακαδημαϊκών και, αφετέρου, των ανοιχτά ναζιστικών ομάδων όπως οι δομές που διαδέχθηκαν το Blood&Honour, π.χ. το «Ελεύθερο Δίκτυο» (FreiesNetz). Οι διαφορετικές οργανωτικές, ιδεολογικές και τακτικές προσεγγίσεις δεν πρέπει να οδηγήσουν στον χαρακτηρισμό της σκηνής ως διασπασμένης ή και αποδυναμωμένης, αντίθετα, πρόκειται για μια κίνηση με διαφορετικά πολιτισμικά και οργανωτικά χαρακτηριστικά, αλλά ενωμένη ως προς τους κεντρικούς στρατηγικούς στόχους, για παράδειγμα έναν επιθετικό και βίαιο ρατσισμό, την εξύμνηση του εθνικοσοσιαλισμού και τη στιχοθεσία μιας εθνικοσοσιαλιστικής δικτατορίας.
Δράσεις:
Το NPD δεν κατορθώνει να κινητοποιήσει το εκλογικό δυναμικό του δεξιού άκρου της κοινωνίας σε ανάλογες εκλογικές συμπεριφορές. Παρ’ όλα αυτά σημειώνει επιτυχίες στα ανατολικά, έχει έδρες σε κοινοβούλια δύο κρατιδίων και συμμετέχει σε περισσότερες από 300 ομάδες τοπικής εκπροσώπησης στις κοινότητες. Από άποψη προπαγάνδας, το NPD παρουσιάζει με μια ρατσιστική/εθνικιστική απάντηση στο κοινωνικό ζήτημα και την ευρωπαϊκή κρίση. Σε τοπικό επίπεδο, οι ακτιβιστές του NPD προσπαθούν ολοένα και περισσότερο να καλλιεργούν μια αστική εικόνα, διεισδύουν σε θεσμούς της κοινωνίας των πολιτών, όπως συλλόγους και πρωτοβουλίες πολιτών, και πρεσβεύουν μια πατριδολατρία εχθρική προς κάθε εκσυγχρονισμό. Τα θέματα του αντιισλαμισμού και της εχθρικής αντιμετώπισης της Ευρώπης διαδραματίζουν ολοένα σημαντικότερο ρόλο, μολονότι κανένα κόμμα –ούτε οι δεξιοί λαϊκιστές (ProDeutschland κ.λπ.) –δεν κατορθώνουν να φθάσουν το δυναμικό και τα αποτελέσματα που σημειώνονται στις γείτονες χώρες.
Στους δρόμους, η παρουσία της νεοναζιστικής σκηνής συνίσταται σε πορείες, ανακοινώσεις και σημεία ενημέρωσης. Σε αυτό το πλαίσιο οι ενέργειές της έχουν όλο και πιο συχνά τον χαρακτήρα εκστρατείας (γύρος της Γερμανίας), ενώ ποντάρει και σε μη προγραμματισμένες, αυθόρμητες δράσεις υπό το κράτος των εντυπώσεων μαζικής κοινωνικής αντίδρασης και κρατικής παρέμβασης.
Η νεοναζιστική βία στοχεύει πρωτίστως στους μετανάστες και τους οργανισμούς τους, αλλά και στους πολιτικούς αντιπάλους, τους μη δεξιούς νέους και τους κοινωνικά αδύναμους (αστέγους). Κατά κανόνα, πρόκειται για οργανωμένη βία, δηλαδή η παρακολούθηση, οι απειλές και οι επιθέσεις κατά των θυμάτων είναι στοχοθετημένες (ιδέα Anti–Antifa). Η νεοναζιστική σκηνή αγαπά τα όπλα, διαθέτει εκρηκτικά, καθώς και νόμιμα και παράνομα πυροβόλα όπλα. Συνήθως παρακολουθούν ομάδες στρατιωτικής αυτοάμυνας και παραστρατιωτικές παρελάσεις στο εξωτερικό, ενώ στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας έχουν «εξαφανιστεί» περισσότεροι από 100 νεοναζί, γλυτώνοντας τη σύλληψη από τις αρχές ασφαλείας.
Επικοινωνία:
Τα σημαντικότερα μέσα αλληλεπίδρασης και προβολής είναι η μουσική, το διαδίκτυο, τα περιοδικά και οι εφημερίδες. Η ναζιστική μουσική είναι ο κύριος πολιτισμικός συνεκτικός κρίκος της κίνησης, είτε πρόκειται για λαϊκούς (völkisch) τραγουδοποιούς είτε για εθνικοσοσιαλιστικό BlackMetal. Η μουσική έχει σε αυτό το πλαίσιο ισχυρή επίδραση ως παράγων διαμόρφωσης ιδεολογίας και συνιστά ένα «μέσο ένταξης». Η ανταλλαγή περιεχομένων οργανώνεται, παράλληλα με εκδηλώσεις προπόνησης και εκπαίδευσης, και μέσω διαδικτύου και περιοδικών. Εδώ το διαδίκτυο δεν εξυπηρετεί μόνο την προπαγάνδα, αλλά προσφέρει επίσης, μέσω μεγάλου αριθμού –εν μέρει κλειστών– φόρουμ, τη δυνατότητα οργάνωσης της ανταλλαγής πολιτικών και κοινωνικών απόψεων μεταξύ ομοϊδεατών. Υπάρχουν τα πάντα για νεοναζί, από ιστοσελίδες για εύρεση συντρόφου μέχρι EBay.