ΟΙ ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ –23 έως 29 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ: ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ Η ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΑΛΛΑ ΚΑΙ …ΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΕΡΓΟ
Του Γεράσιμου Λιβιτσάνου
Φεμινίστριες συλλαμβάνονται έξω από την Βουλή επειδή διαδηλώνουν, βουλευτές διώκονται γιατί «συκοφαντούν» την ΕΛ.ΑΣ και ξεκινά εισαγγελική έρευνα εναντίον των επικεφαλής των κομμάτων της αριστεράς επειδή συμμετείχαν σε εκδηλώσεις για το Πολυτεχνείο. Ο πρωθυπουργός δηλώνει στην Βουλή ότι το νομοθετικό έργο συνεχίζεται ανεξαρτήτως υγειονομικών συνθηκών.
Μια ακόμη εβδομάδα με φαινόμενα καταστολής καταγράφθηκε στο κοινοβούλιο, αφού ακολούθησε αυτή της όξυνσης της αστυνομικής βίας με αφορμή τον εορτασμού του Πολυτεχνείου. Παράλληλα την ίδια εβδομάδα στην Βουλή ο πρωθυπουργός επέλεξε να τοποθετηθεί αιφνιδιαστικά σε νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας. Στόχος του – όπως δήλωσε- να διαβεβαιώσει ότι θα συνεχιστεί το επόμενο διάστημα το νομοθετικό έργο της κυβέρνησης παρά τις συνθήκες του lockdown και της έξαρσης της πανδημίας.
Σκληρή καταστολή
Αρχή έγινε με την εισαγγελική έρευνα που παραγγέλθηκε από την Εισαγγελέα Πρωτοδικών Σωτηρία Παπαγεωργακοπούλου προκειμένου κατά των 3 πολιτικών αρχηγών των κομμάτων της αριστεράς: Του Αλέξη Τσίπρα, του Δημήτρη Κουτσούμπα και του Γιάννη Βαρουφάκη. Αντικείμενο οι πράξεις τους την ημέρα των εκδηλώσεων τιμής για το Πολυτεχνείο. Μάλιστα σημαντικό είναι το γεγονός ότι η δίωξη προέκυψε μετά από μηνυτήρια αναφορά του Φαήλου Κρανιδιώτη, συνεργάτη του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, στο παρελθόν και από το 2016 αρχηγού του ακροδεξιού πολιτικού κόμματος «Νέα Δεξιά» το οποίο φέρεται ως το ελληνικό «παρακλάδι» του κόμματος της Μαρίν Λεπέν. Σε ανακοινώσεις που εξέδωσαν και τα 3 κόμματα έκαναν λόγο για απαράδεκτη εξέλιξη. Θεωρητικά πάντως το αποτέλεσμα της εισαγγελικής έρευνας, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, οφείλει να παραπεμφθεί δίχως περαιτέρω επεξεργασία στο κοινοβούλιο. Εκεί υπάρχει η δυνατότητα να τεθεί στην ολομέλεια της Βουλής ερώτημα για την σύσταση προανακριτικής ή εξεταστικής επιτροπής εφόσον αυτό προταθεί από 30 βουλευτές.
Μία ακόμη επίδειξη καταστολής έγινε μπροστά από το κτίριο της Βουλής όπου συνελήφθησαν από τις αστυνομικές αρχές 9 φεμινίστριες οι οποίες διαδήλωσαν τηρώντας όλα τα μέτρα υγειονομικής προστασίας με αφορμή την παγκόσμια ημέρα κατά της βίας εναντίον των γυναικών. Η πρακτική αυτή της αστυνομίας προκάλεσε έντονη αντιπαράθεση στην αίθουσα του κοινοβουλίου ανάμεσα σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση. Χαρακτηριστική ήταν η τοποθέτηση του πρώην προέδρου της Βουλής, Νίκου Βούτση. Μεταξύ άλλων σημείωσε πως το γεγονός αποτελεί μια «απαράδεκτη ενέργεια, άκρως αντιδημοκρατική, δεν καλύπτεται από καμία νομική ερμηνεία, από καμία διάταξη. Και, δε μπορεί να αποτελέσει προηγούμενο έτσι ώστε τους επόμενους μήνες ο λαός, η νεολαία, οι γυναίκες, τα κόμματα να σιωπούν για να προχωράει χωρίς καμία κοινωνική κριτική το λεγόμενο μεταρρυθμιστικό έργο της κυβέρνησης». Σημείωσε ότι δεν «είναι δυνατόν να γίνονται προσαγωγές και συλλήψεις όταν τηρούνται τα υγειονομικά μέτρα σε συναθροίσεις διαμαρτυρίας ή προβολής αιτημάτων; Την ίδια ώρα, μάλιστα, που, μέσα στη Βουλή, όλοι ανέπτυξαν τις σκέψεις τους για το μείζον ζήτημα των γυναικοκτονιών, της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης και της μέρας για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών που μέσα στην πανδημία είναι διεθνές φαινόμενο και έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις λόγω εγκλεισμού;». Ο Ν. Βούτσης ζήτησε «να μην αφήσουμε να προχωρήσει έτσι η χώρα για τους επόμενους κρίσιμους μήνες που μέλημα όλων μας είναι πραγματικά η υγεία αλλά και η κοινωνική συνοχή και η δημοκρατία και οι ελευθερίες στη χώρα μας». Να σημειωθεί ότι για το θέμα αυτό ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοϊδης δήλωσε ότι ήταν «υπερβολή» και ζήτησε συγνώμη για το γεγονός.
Ένα ακόμη σαφές δείγμα όξυνσης της καταστολής ήταν η έμμεση δίωξης που ασκήθηκε κατά της βουλεύτριας του Μέρα 25 Αγγελικής Αδαμοπούλου. Η Α. Αδαμοπούλου τέθηκε υπό την κρίση της Επιτροπής Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας με αντικείμενο την άρση της βουλευτικής ασυλίας, μετά από μήνυση που κατέθεσαν εναντίον της εκπρόσωποι αστυνομικών οργανώσεων. Αιτία δεν ήταν κάποια πράξη της αλλά μία ομιλία της στο κοινοβούλιο. Οι εκπρόσωποι των αστυνομικών υπαλλήλων έκριναν ότι είναι νομικά ελέγξιμη η άποψη που εξέφρασε σύμφωνα με την οποία τίθεται ερώτημα για την χρήση «προβοκατόρικών» μεθόδων από την πλευρά της αστυνομίας. Δηλαδή αν κάποια από τα επεισόδια που κατά καιρούς καταγράφονται οφείλονται σε μεθόδους της ασφάλειας. Άποψη η οποία δεν είναι η πρώτη φορά που καταγράφεται σε τοποθετήσεις βουλευτών, αφού επί δεκαετίες υφίσταται η πολιτική αυτή υποψία. Παρόλα αυτά εναντίον της Α. Αδαμοπούλου ασκήθηκε δίωξη για «συκοφαντική δυσφήμιση» που συνιστά ποινικοποίηση της πολιτικής της εκτίμησης. Στην επιτροπή Δεοντολογίας την πρόταση για άρση της ασυλίας πρότεινε η προσκείμενη στην Νέα Δημοκρατία πλειοψηφία της επιτροπής ενώ στηρίχθηκε από το ακροδεξιό κόμμα «Ελληνική Λύση». Κατά τάχθηκαν τα υπόλοιπα κόμματα, δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΙΝ.ΑΛ και το ΚΚΕ. Το ζήτημα αυτό θα κριθεί με ψηφοφορία στην Ολομέλεια της Βουλής.
Εντύπωση επίσης προκάλεσε η καταγγελία που έκανε στην Βουλή ο αρμόδιος τομεάρχης για ζητήματα Προστασίας του Πολίτη του ΣΥΡΙΖΑ, Χρήστος Σπίρτζης. Όπως δήλωσε μιλώντας στην ολομέλεια της Βουλής, υπήρξε πληροφόρηση σύμφωνα με την οποία η ασφάλεια ζήτησε από την κρατική τηλεόραση αλλά και από ιδιωτικά κανάλια, αμοντάριστα πλάνα από τις εκδηλώσεις για το Πολυτεχνείο που πραγματοποιήθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα. Προφανώς με στόχο των εντοπισμό προσώπων που συμμετείχαν και με απώτερο στόχο τον έλεγχο και αστυνόμευση των διαδηλωτών. Ο Χρήστος Σπίρτζης απευθύνθηκε στον παριστάμενο υπουργό Μεταφορών που εκπροσωπούσε την κυβέρνηση, αφού η παρέμβασή του έγινε κατά την διάρκεια της συζήτησης νομοσχεδίου του εν λόγω υπουργείου. Όπως επισήμανε πρέπει «να μάς απαντήσετε κε Υπουργέ. Να επικοινωνήσετε με το Μαξίμου, το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και να μας πείτε αν η ασφάλεια ζητάει μονταρισμένα και αμοντάριστα πλάνα από τα κανάλια. Δημόσια και ιδιωτικά».
Πρωθυπουργικές διαβεβαιώσεις
Την εβδομάδα αυτή ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε να παρέμβει στην κοινοβουλευτική συζήτηση του νομοσχεδίου του υπουργείου Εργασίας, σχετικά με την ανανέωση των μέτρων που έως τώρα έχει υιοθετήσει η κυβέρνηση για τις περιόδους του lockdown. Μάλιστα στην έναρξη της ομιλίας του φρόντισε να ξεκαθαρίσει ότι παρά τις ιδιαιτερότητες της περιόδου το νομοθετικό έργο της κυβέρνησης θα συνεχιστεί με αμείωτους ρυθμούς. Όπως χαρακτηριστικά είπε αιτιολογώντας το νόημα της παρέμβασής του «είμαι εδώ για να δείξω ότι το νομοθετικό έργο συνεχίζεται παρά την αναστάτωση του κορονοϊού». Αναφέρθηκε μάλιστα στο σχεδιασμό του επόμενου διαστήματος σημειώνοντας ότι «ακολουθεί ένα κρίσιμο νομοσχέδιο για την επαγγελματική εκπαίδευση και απαντά σε πραγματικά ζητούμενα της αγοράς εργασίας κα το νέο χωροταξικό νομοσχέδιο που λύνει τολμηρά χρόνια προβλήματα για την γρήγορη εκπόνηση πολεοδομικών σχεδίων». Όπως παρά την επιμονή στην εφαρμογή μιας συγκεκριμένης πολιτικής ατζέντας, απεύθυνε έκκληση ενότητας στα κόμματα υποστηρίζοντας πως «η ελληνική κοινωνία αναζητά περισσότερο παρά ποτέ ενότητα» αφού «ο κοινός εχθρός λέγεται Covid 19».
Στην επιτροπή Οικονομικών της Βουλής ο προϋπολογισμός
Την συγκεκριμένη εβδομάδα στην επιτροπή οικονομικών της Βουλής συνεχίστηκε η συζήτηση του Τακτικού Προϋπολογισμού του 2021. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε η επισήμανση που έκανε κατά την διάρκεια της συζήτησης ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης. Σημείωσε αναφορικά με τις προβλέψεις του προϋπολογισμού ότι «στην περίοδο αυτή οι προβλέψεις στην πραγματική οικονομία δεν είναι ουδέτερες γιατί υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα, έχουν άμεσες οικονομικές επιπτώσεις. Αν βγεις και προβλέψεις ότι θα έχουμε 20% ύφεση αυτό θα σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις θα κάνουν μαζικές απολύσεις και θα παγώσουν τις επενδύσεις. Επίσης τις προβλέψεις τις ακούν οι αγορές. Αν προβλέψεις ότι θα καταστραφείς θα σε καταστρέψουν με μεγάλη ταχύτητα. Γι’ αυτό οι προβλέψεις δεν πρέπει να γίνονται αυτό-εκπληρούμενη προφητεία και πρέπει να γίνονται προς το αισιόδοξο κομμάτι». Με την παρέμβαση αυτή ουσιαστικά επιβεβαίωσε τις εκτιμήσεις ότι πρόκειται για έναν προϋπολογισμό υψηλής επισφάλειας που είναι αμφίβολο αν θα εκτελεστεί.