Ο ναζισμός ως εγχείρημα αντιεξέγερσης:
η καθοριστική συμβολή του «βαθέως κράτους» στην άνοδο της Χρυσής Αυγής
Περίληψη
Η ραγδαία άνοδος της επιρροής της ναζιστικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή κατά την τελευταία τριετία αποδίδεται συνήθως στην οικονομική κρίση και τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που προωθούνται για την αξιοποίησή της προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου, στην απαξίωση του παραδοσιακού (ή και όλου εν γένει του) πολιτικού προσωπικού, στην αδυναμία διαχείρισης ενός μεταναστευτικού κύματος που οξύνεται από το Δουβλίνο ΙΙ με το οποίο η Ελλάδα μετατρέπεται αντικειμενικά σε «ανοιχτή φυλακή» των μεταναστών και προσφύγων που κινούνται προς την υπόλοιπη Ευρώπη, καθώς και στη γενικευμένη πολιτικοϊδεολογική κρίση που συνόδευσε την παταγώδη διάψευση του «ευρωπαϊκού σχεδίου» που κυριάρχησε στη στρατηγική της αστικής τάξης και την ευρύτερη κοινωνικοπολιτική ζωή της χώρας ήδη από τη δεκαετία του 1960. Θα μπορούσε να προσθέσει κανείς και τις επιπτώσεις από την εικοσάχρονη καλλιέργεια κάθε είδους ρατσιστικών στερεοτύπων κι εθνικιστικών αντιλήψεων από τα ηλεκτρονικά ιδίως ΜΜΕ, από την εμφάνιση των πρώτων ιδιωτικών καναλιών το 1989-90 και δώθε.
Όλοι αυτοί οι παράγοντες έχουν όντως διαδραματίσει κάποιο ρόλο στο φαινόμενο που μας απασχολεί, η παρούσα εισήγηση όμως θα σταθεί σε μια ειδική πτυχή του που συνήθως περνά απαρατήρητη –τουλάχιστον ως συνεκτικό σχέδιο: την καθοριστική συμβολή της αστυνομίας, των εισαγγελικών αρχών και κάποιων παραστρατιωτικών μορφωμάτων στη μετατροπή της Χ.Α. από ολιγάριθμη περιθωριακή συμμορία σε πολιτικό σχηματισμό μαζικής απεύθυνσης, με στρατηγικό στόχο την «ανακατάληψη» των μετώπισθεν του «πεζοδρομίου» από τις «δυνάμεις της τάξης». Χρονικό σημείο τομής σ’ αυτή την εξέλιξη αποτέλεσε η μαζική νεανική εξέγερση του Δεκεμβρίου 2008, που απέδειξε την κατάρρευση του μεταπολιτευτικού μοντέλου πολιτικού ελέγχου στο επίπεδο της γειτονιάς, και πρώτο πειραματικό πεδίο εφαρμογής της υπήρξε η κοινωνικά υποβαθμισμένη γειτονιά του Αγίου Παντελεήμονα, δίπλα στο κέντρο των Αθηνών.