Η μελέτη αυτή διερευνά τον έμφυλο αντίκτυπο των μέτρων λιτότητας στην Ελλάδα, αποδίδοντας έμφαση στις εργασιακές σχέσεις, στον τομέα της φροντίδας, στην πολιτική συμμετοχή, στα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα, στην έμφυλη βία, στις διαπροσωπικές και ενδοοικογενειακές σχέσεις.
Το 2017, η Ομάδα Φεμινισμού του Ευρωπαϊκού Τμήματος του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ ανέθεσε σε ερευνήτριες από 9 ευρωπαϊκές χώρες να γράψουν από μια μελέτη για τις επιπτώσεις της λιτότητας στις γυναίκες της χώρας τους υπό τον γενικό τίτλο «Λιτότητα, έμφυλη ανισότητα και φεμινισμός μετά την κρίση». Οι συγγραφείς αναδεικνύουν μια τοπογραφία των ειδών των αποτελεσμάτων που η υπαγορευμένη ευρωπαϊκή λιτότητα επέφερε στις έμφυλες σχέσεις, και διατυπώνουν αιτήματα για μια αριστερή φεμινιστική πολιτική γειωμένη στην κοινωνική δικαιοσύνη και την έμφυλη ισότητα. Από την αρχή της οικονομικής κρίσης του 2007 αρκετές χώρες έχουν θεσπίσει βαριά μέτρα λιτότητας. Στη Νότια Ευρώπη και την Ιρλανδία αυτή η λιτότητα επιβλήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Στην Ανατολική Ευρώπη, από την άλλη πλευρά, η πίεση να επιτύχουν τα προσφάτως ενταγμένα στην Ευρωπαϊκή Ένωση κράτη-μέλη γρήγορη ενσωμάτωση στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Αγορά οδήγησε τις αντίστοιχες κυβερνήσεις να δεχτούν σφιχτούς προϋπολογισμούς. Υποψήφια προς ένταξη κράτη, όπως η Σερβία, και γειτονικά κράτη, όπως η Ουκρανία, βουλητικά επέλεξαν την προκαταβολική υποταγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στις απαιτήσεις της, έτσι ώστε να αποφύγουν να διακινδυνεύσουν την πρόοδο της ενταξιακής τους πορείας. Όποιες κι αν είναι οι κατά περίπτωση αιτίες, το «μάντρα» της εξοικονόμησης χρημάτων για το καλό των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, τη βελτιωμένη ανταγωνιστικότητα και την αποφυγή χρέους έχει ολέθριες συνέπειες για τις εργασιακές συνθήκες και τις συνθήκες ζωής των γυναικών, όπως επίσης και για τις έμφυλες σχέσεις γενικότερα.
Δείτε την αγγλική έκδοση της μελέτης για την Ελλάδα εδώ.